Το νοικοκυριό στην Ήπειρο

Το νοικοκυριό στην Ήπειρο

Η Καρσελα
Το χρησιμότερο και πολυτιμότερο κι αγιότερο από τα έπιπλα του σπιτιού ήταν η «καρσέλα» (κασέλα). ΄Επιπλο δεμένο με όνειρα και προσδοκίες, σχέδια και επιθυμίες. Έκρυβε μέσα πολύτιμα οικογενειακά κειμήλια, αξιαγάπητα και λατρευτά πράγματα. Την έφερνε μαζί της η Νύφη στο νέο της σπιτικό κι ήταν ο δεσμός της με το πατρικό της σπίτι. Ήταν έπιπλο που το έφτιαχνε ο μαραγκός μ΄όλη του την τέχνη να το στολίσει και να το κεντήσει με ανάγλυφα σχέδια και να ζωγραφίσει διάφορα λουλούδια και σχέδια άξια της τέχνης του και αρεστά στην κοπέλα.Στο γάμο όταν φόρτωνα τα προικιά, μόνο την καρσέλα ονομάτιζαν στο τραγούδι, που συνόδευε το φόρτωμα ,….φορτώνουν, ξεφορτώνουν, καρσέλα μου γραμμένη…
Έβαζαν μέσα της, ανάμεσα στα πράγματα, κλαδιά λεβάντας , δεντρολίβανου, δάφνης, βασιλικού και την άνοιξη μανουσάκια και αμάραντο. Το φθινόπωρο έκρυβαν τα ρόδια και τα κυδώνια από τα μικρά παιδιά, να μην τα φάνε όλα μια φορά και φύλαγαν ως πέρα την Άνοιξη. Μετά το γάμο την τοποθετούσαν στο καλό δωμάτιο και πάνω της τοποθετούσαν διπλωμένα με προσοχή όλα τα χοντρά τα ρούχα, τις καρπέτες,, τα στρωσίδια κι όλα μαζί αποτελούσαν το «γίκο» ή γιούκο όπως τον έλεγαν Το ύψος του γίκου ήταν το μέτρο της προίκας της νύφης και της νοικοκυροσύνης της.
Το Μπουσκέτο
Το Μπουσκέτο το έλεγαν και «κοσιόγκο». Ήταν ένα είδος ντουλαπιού μέσα έβαζαν το ψωμί και το φαγητό, για να το προφυλάξουν. Είχε το σχήμα κώνου κι ήταν πλεχτός με βέργες ιτιάς, ή τσερμινζέλας.Το κρεμούσαν από την οροφή σε μια άκρη ενός δωματίου, ώστε να μην εμποδίζει την κίνηση και σε απόσταση από τον τοίχο. Είχε ένα πορτάκι, πλεχτό και το κλείδωναν για να ελέγχεται η κατανάλωση των τροφίμων. Το μέγεθός του ήταν ανάλογο με το βιος του νοικοκύρη και με τα μέλη της οικογένειας.

Σανίδι, ζυγαριές, κατσαρόλες,εργαλεία αγρού

Το σανίδι
Ήταν ένα σκεύος ξύλινο στρογγυλού σχήματος με σανίδα μονοκόμματη ή σε σε τελευταία ανάγκη με δυο φαρδιές σανίδες κολλητές με μια χειρολαβή. Η διάμετρός του κυμαινόταν από 40- ως 60 εκατ. Και χρησίμευε για πολλές δουλειές της νοικοκυράς. Πάνω σ΄αυτό άπλωναν την καλαμποκοκουλούρα και μ΄αυτό τη φούρνιζαν, μ΄αυτό αναποδογύριζαν τις πίτες μετά το ξεφούρνισμα για να μαλακώσουν τα πανώφυλλά τους, πάνω του άπλωναν το καλοκαίρι τις συκομαϊδες για να λιαστούν, σ΄αυτό άπλωναν τα φύλλα του ζυμαριού για τις πίτες κι ένα σωρό άλλες δουλειές. Σ΄αυτό έκαναν ότι και στην τάβλα με τη διαφορά ότι ήταν περισσότερο εύχρηστο.

Η χουλιάρα
Ήταν μια μεγάλη ξύλινη κουτάλα με μακριά ουρά, φτιαγμένη από ξύλο γκορτσιάς ή σφοντανιού, που τη χρησιμοποιούσα κυρίως για το ζύμωμα του καλομποκίσιου ψωμιού καθώς και για μαγείρεμα σε μεγάλα καζάνια όταν επρόκειτο για ομαδικά τραπέζια σε γάμους και πανηγύρια.
Η ξύστρα
Σκεύος απαραίτητο για την νοικοκυρά για το ξύσιμο του σκαφιδιού από τα ζυμάρια, για το κόψιμο των σύκων, όταν προορίζονται για συκομαϊδες για το ξεκόλλημα της ζυμαρόπιτας και της μπατσαριάς, κ.α. Συνήθως ήταν ξύλινο εργαλείο στα παλιά τα χρόνια, αλλά αργότερα επικράτησε η σιδερένια κατασκευή της.
Η πυροστιά
Ήταν ένα τρίποδο σιδερένιο όργανο πάνω στο οποίο στήριζαν τις κατσαρόλες από τα κακάβια, όταν δεν υπήρχε ο κρεμαστάλης στη φωτιά της γωνιάς.
Η τσιμπίδα
Μικροεργαλείο για το τζάκι για το κουμαντάρισμα της φωτιάς.
Ο Μασιάς
Σιδερένιο εργαλείο για τη γωνιά κι ο μασιάς για το φούρνο. Ο πρώτος ήταν σα φτιαράκι με λαβή μακριά ως 80 εκατ., ενώ ο άλλος του φούρνου είχε μεγάλη ουράκαι μπροστά ήταν γυριστός προς τα κάτω για να φέρει με ευκολία προς τα έξω από το εσωτερικό του φούρνου τα ταψιά, τα κάρβουνα και τις στάχτες.

Τα Ζάνια.
Σαγάνια ή ζάνια , Χάλκινο πιάτο βαθουλό , το χάριζε ο νουός στα βαφτισιμιά του και χάραζε στο πλευρό και το όνομα και το έτος γεννήσεως του παιδιού. Στα αγόρια χάριζαν το ζάνι και στα κορίτσια ένα νταβά. Ήταν απαραίτητο το συχνό καλάισμα τους γιατί υπήρχε κίνδυνος δηλητηρίασης από το μπακίρι.

Υπήρχαν επίσης οι χάλκινες κατσαρόλες, τα κακάβια, τα ξύλινα κουτάλια, τα μαχαίρια, ο κολοκυθοτρίφτης, το γουδί , τα κόσκινα, οι σίτες(πυκνές και αριόσιτες) το κλειδό(ξύλινο ταπεράκι, η μπούκλα(ξύλινο δοχείο νερού), η βαρέλα(ξύλινη για το πόσιμο νερό του σπιτιού, το καρδάρι για το άρμεγμα των γιδοπροβάτων,η βλάντα για το αποβουτύρωμα του γάλατος, οι βαρέλες για το τυρί, οι γαλοντενεκές για τη μεταφορά του γάλατος από τη στάνη στο σπίτι, τα τσουβάλια, οι καλάθες, η κοφίνια για τη μεταφορά των σταφυλιών τα βαρέλια του κρασιού, ο χειρόμυλος, ένας μικρός μύλος για πέτρες για το χοντράλεσμα του σιταριού που προοριζόταν για κοφτό πληγούρι ή για τραχανά, ο καφόμυλος, ο ψήστρης του καφέ, οι κανίστρες.

ψήστης του καφέ ,πηγή:www.gloutsa.blogspot.com

Βλάντα ή ντρομπολίτσα

Μπουκάλια ήταν λιγοστά ως την δεκαετία του 50 . Σε κάθε σπίτι υπήρχαν 3-4 μπουκάλια της μισής οκάς, για πετέλαιο, ούζο , λάδι. Πολλές φορές ένα μπουκάλι άλλαζε χρήση και για να πλυθεί η νοικοκυρά παιδευόταν με τις ώρες. Τα έπλεναν με αλυσσίβα, ρίπα, στάχτη, χαλίκια. Τα μπουκάλια ήταν : το μισιοκάρικο, εκατοδραμίσιο η μπακανιάρα κ.α
Λυχνάρι που έκαιγε λάδι, αργότερα καθαρό πετρέλαιο. Μετά τη δεκαετία του 50 εμφανίστηκαν οι λάμπες πετρελαίου.
Ντεψιά. Συνήθως η νοικοκυρα είχε 4-5 χαλκωματένια ντεψιά διαφόρων μεγεθών όπου έψηνε το ψωμία ακαι διάφορα φαγητά του ταψιού. Εσωτερικά έπρεπε να είναι γανωμένα.
Κακάβι με αρβάλι και με αυτιά, για ζέσταμα νερού, μαύρο εξωτερικά και καλαλισμένο από μέσα.
Τζιούμπα μεγάλο ξύλινο γουδί.
Σίτες
Τρεις σίτες διαφορετικού μεγάθους και πυκνότητα,ανάλογα με τη χρήση του αλεύρου. Την αραιόσιτα για το σίτισμα του αλεύρου για ψωμί, την καφόσιτα για το σίτισμα του καφέ, την πυκνόσιτα για σίτισμα αλεύρου για λειτουργιές, τηγανίτες, μπουγάσιες κ.α
Η ξύστρα μεταλλική σπάτουλα, για το γύρισμα του ψωμιού από το ντεψί, και το κόψιμο φαγητών του ντεψιού όπως μπατσάρας, ζυμαριού κ.α
Ο πλάστης ξύλινο λεπτό ραβδί για το άνοιγμα των φύλλων.
Λίμπες πήλινες, αλουμινένιες(γαβάθες)
Τα μισάλια, στενόμακρα λιναρίσια τραπεζομάντηλα για να στρώνουν το σινί την ώρα του φαγητού.

Λανάρια πηγή:Ροδαυγή Αρτας

Τα λανάρια
Εργαλείο που δεν έλειπε από κανένα σπίτι. Υπήρχαν δύο ειδών λανάρια, Τα λανάρια του λιναριού και τα λανάρια του μαλλιού. Τα λανάρια του μαλλιού είχαν μικρά συρμάτινα δόντια, δύο εκατοστών περασμένα σειρές σε χοντρό δέρμα τετραγωνικού σχήματος που κι αυτό με τη σειρά του ήτα καρφωμένο και στερεωμένο σε ισομεγέθεις σανίδες με τις κατάλληλες λαβές για το χειρισμό τους. Ήταν δύο μαζί, ένα πάνω κι ένα κάτω. ‘Εβαζαν ανάμεσα στα δύο το μαλλί και με αντίσροφη κίνηση ευθυγράμμιζαν τις ίνες του. Τα λιναρολάναρα ήταν κι αυτά ζευγάρι ένα πάνω και ένα κάτω, είχαν μακρύτερες λαβές μικρότερο μέγεθος, αραιότερα και μεγαλύτερα δόντια ως δέκα εκατοστά μήκος και δυνατότερα από χοντρά ατσαλένια σιδεράκια. Ανάμεσά τους περνούσε το λινάρι μετά από το μαγκάνισμά του για να φύγουν όλα τα σκληρά μέρη του καλαμιού και να μαλακώσουν οι ίνες του.
Ο Μάγκανος
Για να σπάσουν τα καλάμια του λιναριού και να καθαρίσουν τις ίνες χρησιμοποιούσαν το μάγκανο, ένα ξύλινο εργαλείο. Αποτελούνταν από δύο μεγάλα ως ένα μέτρο και λίγο ξύλα περασμένα σε έναν σιδερένιο άξονα στη μια τους άκρη, σαν καρυδοθραύστης και από άλλο άκρο το ένα είχε διαμορφωμένη λαβή, ώστε να πιάνεται να ανεβοκατεβαίνει το επάνω μόνο. Αυτό ήταν σκαμμένο στο μέσο του κι από κάτω σε όλο του το μήκος σε βάθος ως δέκα εκατοστά κι όταν έπεφτε στο κάτω εφάρμοζε σε αντίστοιχο εξόγκωμα., όπου αυτό βρισκόταν στη μέση μια φαρδύτερης λακκούβας κατά μήκος ώστε να έχει το κάτω δύο λακκούβες στις οποίες έμπαιναν τα χείλη του πάνω ξύλου. ¨Όταν κατέβαινε το επάνω ξύλο έσπαγε σε τρία μέρη ο κορμός του λιναριού
Ο λιναροκόπανος
Μετά το μαγκάνισμα του λιναριού ακολουθούσε το κοπάνισμά του μ΄έναν κόπανο. Ήταν ένα χοντρό ξύλο, κυλινδρικό συνήθως από φτελιά για να μη σκίζεται από τη δύναμη του καπανίσματος. Το κοπάνισμα γινόταν κυρίως για να μαλακώσουν οι ίνες και να λεπτύνουν.