Προικιά
Χαρά μεγάλη είχαν οι γονείς, αν γινόταν αγόρι. Τα κορίτσια έφερναν στενοχώριες στους γονείς. Πώς να τα μεγαλώσουν και πώς να τα παντρέψουν. Φτώχεια είχαν, πώς να ετοίμαζαν προικιά και χρήματα να δώσουν στο γαμπρό να πάρει το κορίτσι. Και τι γαμπρός θα ήταν αυτός; Θα περνούσε καλό το κορίτσι τους; Και οι γονείς που είχαν πολλά κορίτσια;
Τα κορίτσια μεγάλωναν και νοιάζονταν με τις μάνες για τα προικιά. Κεντούσαν πολλών λογιών βελονιές, έπλεκαν δαντέλες και ετοίμαζαν το κρεβατοστρώσι, δηλαδή σελτέδες(στρώματα από βαμπάκι), παπλώματα από στόφα, μετάξι ή ιντιάνα. Έφτιαχναν μαξιλάρες μακρόστενες και συγκέντρωναν σεντόνια και τραπεζομάντιλα με ανεξίτηλα χρώματα. Επίσης δυο λογιών σεγκούνια οι γονείς για τις ζαγορίσιες κοπελιές, ένα ολοκέντητο εφταλιρίτικο κι ένα τεσσαρολιρίτικο.
Το στόλισμα της νύφης
Από το πρωί έφτασαν οι φιλενάδες για να στολίσουν τη νύφη. Τη συμβουλεύουν πως θα βγει έξω στη θύρα, πως θα καμαρώσει, πως θα ακολουθήσει το γαμπρό την ώρα που θα την τραβήξει από το χέρι, ότι πρέπει να σύρει εκείνη την ώρα το πόδι της για να τραβήξει κι άλλες σε γάμο κατά το έθιμο. Αφού αλλάζουν τη νύφη την σταυρώνουν στο πρόσωπο με νερό και ασημένιο φράγγο πρώτα ο ιερέας μετά ο πατέρας και όλοι οι στενοί συγγενείς λέγοντας της καλά στέφανα.
Ο στολισμός της νύφης
Ντύσου στολίσου λυγερή ντύσου στολίσου κόρη
για να φανείς μπρος στον γαμπρό κήπος και περιβόλι.
Όλα τ’ αηδόνια ζήλεψαν κι επέταξαν κοντά σου
κι όλα λαλούσαν κι έλεγαν χαρά στην ομορφιά σου.
Έχεις μαλλιά τετράξανθα στις πλάτες σου ριμμένα.
Άγγελοι σου τα χτένισαν με τα χρυσά τα χτένια.
Έχεις κορμί λεβέντικο, και μέση για κεμέρι,έχεις το μήλο μάγουλο, για δαχτυλίδι χέρι.
Άγγελοι σου ζωγράφισαν το καγκελόφρυδό σου,
με το κοντύλι έφτιακαν, ελιά στο μαγουλό σου.
Όλα τα΄αηδόνια ζήλεψαν κι επέταξαν μπροστά σου,
κι όλα λαλούσαν κι ήλεγαν, χαρά στη ομορφιά σου!
Τριαντάφυλλο της Βενετιά, τι στέκεις μαραμένο;
Μήνα μακριά παντρεύσαι, μήνα σε ξένη χώρα;
Νουδέ μακριά παντρεύομαι, νουδέ σε ξένη χώρα;
Νουδέ μακριά παντρεύομαι, νουδέ σε ξένη χώρα,
Μον΄τόχω, που χωρίζομαι, από τους εδικούς μου.
Σ΄όσους γάμους κι αν επήγα, σαν τη νύφη μας δεν είδα.
‘Εχει μπάλα σαν φεγγάρι και το φρύδι σαν γαϊτάνι,
ματοτσίνορο δοξάρι και το στόμα δαχτυλίδι,
Δε χωράει σπυρί σταφύλι.
Έχει μέση για κεμέρι και για δαχτυλίδι χέρι.
Το γενικό πρόσταγμα του στολίσματος το έχει μια στολίστρα με πείρα. Η στολίστρα αναλαμβάνει το στόλισμα της νύφης την ημέρα των γάμων της, που θυμίζει την νυμφεύτρια των αρχαίων βοηθώντας την με τον στόλο(στολή νυφιάτικη). Το στόλισμα είχε κάποια ιδιαιτερότητα με το στέμμα στο κεφάλι, τις τραχηλιές με τα φλωριά κ.α. Για νυφικό φορούσαν το γνωστό « μπούλωμα». ‘Ένα αραχνοϋφαντο λευκό ύφασμα ορθογώνιου σχήματος με πλάτος ένα πήχυ και μάκρος ανάλογο με το μπόι της νύφης . Το προσάρμοζαν εφαρμοστά στο κεφάλι της με πολλές δίπλες πάνω από το πρόσωπό της, έτσι ώστε ολόκληρο το πρόσωπο να είναι ελεύθερο και τα μαλλιά να κυκλώνουν το πρόσωπο και ανάμεσα στα μαλλιά περνούσαν σε διάφορα σχήματα τα πολύχρωμα τέλια. Το όλο ντύσιμό της συμπλήρωναν τα άλλα νυφιάτικα ρούχα της. Πρώτο και καλύτερο το «σεγκούνι» της στολισμένο με τα γαϊτανάκια, τις ουτρές και τις χρυσοκλωστές σε διάφορα σχήματα κατά την έμπνευση της στιγμής και τα καλλιτεχνικά γούστα της. Φτιαγμένο από πολλά χρόνια πριν το γάμο το φύλαγε στην «καρσέλα» της διπλωμένο και στολισμένο.Το φουστάνι παρά τη φτώχεια φρόντιζαν να το φτιάξουν από βελούδο ή από μεταξωτό ύφασμα και κεντημένο με διάφορα σχέδια. Το όλο ντύσιμο το συμπλήρωνε η κεντημένη βελούδινη ποδιά κεντημένη με διάφορα λουλούδια και σχέδια. Τον όλο διάκοσμο συμπλήρωναν οι πλουμιστές κάλτσες και τα τσαρούχια με τις φούντες, τα κοσμήματα, τα χρυσαφικά. Αυτά ήταν: σκουλαρίκια, τραχηλιές, μπροστάρια στο στήθος, (ασημένιες, ή επίχρυσες αλυσίδες με φλωροκαπνισμένα νομίσματα σε δύο, τρεις ή τέσσερες σειρές),οι τοκάδες,οι λογιών λογιών καρφίτσες, φυσικλένιες ασημένιες ζώνες στη μέση, βραχιόλια, δαχτυλίδια.
Όσο στολίζουν και ετοιμάζουν την νύφη, έξω στην αυλή είναι το σεντούκι της με τα προικιά όπου επάνω έχουν βάλει ένα αγόρι, για γούρι για να κάνει η νύφη αρσενικά παιδιά.
Μετά το πέρας του φαγητού, ο κουμπάρος δίνει το σύνθημα να φορτωθεί το προικιό στα ζώα. Το φόρτωμα γίνεται πάντα από νέους ανύπαντρους, αγόρια και κορίτσια που να έχουν στη ζωή τους γονείς τους. Τα μεν προσκέφαλα τα παίρνουν τα παιδιά στο κεφάλι, τα ρούχα, στρώμα κ.λπ τά κάνουν δέματα και τα φορτώνουν οι γυναίκες που έχουν ορίσει προηγουμένως οι γονείς. Εάν είναι μακριά τα φορτώνουν στα ζώα. Το προικιό αποτελείτο από τα χοντρά ρούχα(βελέντζες, κιλίμια, τσέργες, σαϊσματα, στρωσίδια, προσκέφαλα κ.α)την κασέλα, τα δισάκια, μεγάλα η μικρά μέσα στα οποία έμπαινε ο ρουχισμός με τα ψιλόρουχα. Την ώρα που φόρτωναν τα προικιά τραγουδούσαν το τραγούδι «…φορτώνουν ξεφορτώνουν καρσέλα μου γραμμένη…»
Μόλις τελείωνε το φόρτωμα του προικιού, ο βλάμης με μια χτένα στο χέρι, μερικά δωράκια για τις στολίστρες, έμπαινε στο δωμάτιο της νύφης έπρεπε να χτενίσει τη νύφη και να της φορέσει και τα παπούτσια που τα έχει φέρει σ΄ένα τροβά δοσμένα από την αδελφή του γαμπρού. Οι στολίστρες ορμούν να αρπάξουν τα δώρα τους, αλλά εκείνος αντιστέκεται ώσπου να χτενίσει την νύφη.
Τραγουδιέται στο σπίτι της νύφης, ενώ οι κοπέλες την χτενίζουν και της πλέκουν τα μαλλιά:
Από τα τρίκορφα βουνά, γεράκι έσυρε λαλιά.
Πάψτε αέρες πάψετε, απόψε κι άλλην μια βραδιά.
Αγώρου γάμος γένεται, κόρη ξανθή παντρεύεται.
Το χτένισμα της νύφης από το βλάμη είναι η τελευταία πράξη του στολίσματος ενός εθίμου, που χρονολογείται από την αρχαιότητα και γινόταν και τότε όπως τώρα από τις φιλενάδες της και μάλιστα τότε, για τον κόπο τους οι στολίστρες δέχονταν ένα ειδικό γεύμα στο νέο σπίτι από τη νύφη. Τώρα έχουν την πρώτη θέση στο χορό κατά τη διάρκεια του γάμου κι ακολουθούν τη νύφη ως τη Δευτέρα το πρωί σα «φυλαχτάδες».
Ακολουθεί η είσοδος του γαμπρού στο δωμάτιο για να «δωρίσει» στη νύφη και να την «τραβήξει».
Το τράβηγμα την νύφης
Ο γαμπρός πλησιάζει και βλέπει «μπουλωμένη»και στολισμένη την νύφη, την προσέχει για να βεβαιωθεί ότι είναι αυτή που του έδειξαν κι όχι καμιά άλλη. Την οδηγεί προς την έξοδο, και της χαρίζει τα δώρα του(χρυσή αλυσίδα ή καρφίτσα, βραχιόλι, δαχτυλίδι , σκουλαρίκια, τοκάδες, μπροστάρια ένα ή και περισσότερα), ανάλογα με την οικονομική δύναμή του. Μετά το δώρισμα την αφήνει και βγαίνει έξω. Ανεβαίνει καβάλα στ΄άλογό του και περιμένει να δει το «καμάρωμα»της νύφης. Εκείνη οδηγείται από τους συγγενείς προς την έξοδο μαζί και με τις στολίστρες, οι οποίες την προτρέπουν να σύρει το πόδι της στο πάτωμα, να το «σβαρίσει» για να κάνει γούρι να παντρευτούν κι αυτές σύντομα.
Το καμάρωμα της νύφης
Στη θύρα ή το κεφαλόσκαλο, υποχρεωτικά με χαμηλωμένα προς τη γη τα μάτια της, κρατημένη από τους γονείς της κάνει τρεις βαθιές υποκλίσεις προς το πλήθος τις λεγόμενες μετάνοιες ή «καμάρωμα» της νύφης. Έτσι χαμηλοβλεπούσα έπρεπε να είναι ως τη Δευτέρα το πρωί που τελείωνε ο γάμος.
Μετά το καμάρωμα τα όργανα αρχίζουν το τραγούδι του αποχαιρετισμού.
Το πρώτο τραγούδι :
Σειστήτε όρη και βουνά περβόλια και τα δάση
σήμερα τη μανούλα της η νύφη θα τη χάσει.
Μα από χαρά τα δάκρυα κι απ’ τη χαρά τους κλαίουν
κάθε γονιού ν’ αξιώνει ο Θιος παιδιά τους να παντρεύουν.
Κλαίνε απαρηγόρητα και τα πουλιά στα δάση
κλαίει και τούτη η γειτονιά την κόρη που θα χάσει.
Δεύτερο τραγούδι:
Αφήνω γειά μητέρα μου, αφήνω γειά πατέρα μου
-‘Ωρα καλή σοου κόρη μου
-Αφήνω γειά στ΄αδέρφια μου, και γεια στις αδερφάδες.
-Αφήνω γειά γειτόνισσες, και γειά στις φιλενάδες.
-Αφήνω και στη μάνα μου τρια υαλιά φαρμάκι, τόνα να πίνει το ταχύ τ’ άλλο το μεσημέρι, το τρίτο το πικρότερο τις πίσημες ημέρες.
Ανεβάζουν την νύφη στο καλοστολισμένο με χρωματιστά κιλίμια άλογο. Το ψίκι ξεκινά. Μπροστά οι σχαρικιάρηδες μετά ο βλάμης με σηκωμένο το «μπαϊράκι», πίσω τα φορτωμένα προικιά της νύφης και μετά ο γαμπρός με τους δικούς του. Πίσω ακολουθούν η νύφη με τους δικούς της που λέγονται «φυλαχτάδες της νύφης».
Όταν πηγαίνουν τη νύφη καβάλα στο άλογο συνοδεία των μουσικών οργάνων στην εκκλησία για τη στέψη της τραγουδούν:
Νεραντζούλα φουντωμένη πούναι τ’ άνθη σου
πούναι η πρώτη σου ομορφάδα και τα κάλλη σου
φύσηξε βοριάς, αέρας και τα τίναξε
και με τις βροχές ο νότος τ’ αποχάλασε.
Πριν μπουν στην εκκλησία για τη στέψη
Στα πρόθυρα της εκκλησιάς σ’ αυτό το άγιο βήμα
στέκουν δυο βέργια και κλωνιά σφιχτοπερδικλωμένα
μέσ’ στην κορφή στέκει η ελιά με τα χρυσά τα φύλλα
και πάνω στα ξωκλώναρα αετός μαργαριτάρι
να τα βλογήσει ο παππάς να γίνουνε ζευγάρι.
Δεύτερο τραγούδι:
Εκκλησιά μου κουκλωτή-κουκλωτή καμαρωτή
μύρια δέχεσαι κεριά τη Μεγάλη Πασχαλιά
δέξου και τα νιόγαμπρα και τα πρωτοστέφανα
βλόγησέ τα χάρισέ τα για ν’ ανθίσουν να καρπίσουν
πέντε γιους και θυγατέρα γρήγορα για ν’ αποχτήσουν.